- καλάθι
- Πλεχτό σκεύος από κλαδιά ιτιάς ή λυγαριάς ή από καλάμια. Ονομάζεται επίσης πανέρι, κοφίνι ή κόφα. Αρχικά, κ. ονομαζόταν από τους αρχαίους Έλληνες και τους Ρωμαίους κάθε σκεύος που είχε περίπου το σχήμα του σημερινού κ. Με αυτό μετέφεραν κυρίως άνθη, καρπούς και λαχανικά, ενώ το υλικό της κατασκευής του (σχοινί, βούρλα, λυγαριά, καλάμια, μετάλλινα ελάσματα) ήταν ανάλογο με τη χρήση του. Το κ. αποτελούσε έμβλημα των οικιακών ασχολιών και θρησκευτικό σύμβολο της αφθονίας. Πολλές θεότητες, μάλιστα, απεικονίζονταν με κ. ως κάλυμμα κεφαλής. Πολλοί υποστηρίζουν ότι το κορινθιακό κιονόκρανο είναι εμπνευσμένο από το σχήμα του κ.
Άντρας με καλάθι, κεραμικό του Φούλεμ.
* * *το (Μ καλάθι)σκεύος πλεγμένο από κλαδιά λυγαριάς ή ιτιάς ή από καλάμι, το οποίο χρησιμοποιείται για την τοποθέτηση και τη μεταφορά διαφόρων προϊόντων ή αντικειμένωννεοελλ.1. (μεταλργ.) δοχείο από πλεκτά ελάσματα που χρησιμοποιείται για την ανέλκυση και τη μεταφορά μεταλλεύματος2. αλιευτικό εργαλείο, κν. κιούρτος3. (στη σαγματοποιία) σύστημα από δύο κοφίνια ή κόφες που κρέμονται στα πλευρά τού ζώου και χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά φορτίων4. (αθλ.) (στο μπάσκετ) α) στόχος τού αγωνιστικού παιχνιδιού, ο οποίος αποτελείται από δίχτυ κωνικού σχήματος από άσπρο κορδόνι, ανοιχτό στο πάνω και κάτω μέρος και στερεωμένο στην περιφέρεια μεταλλικής στεφάνης η οποία βρίσκεται σε ορισμένο ύψος από το έδαφοςβ) (κατ' επέκτ.) η εύστοχη βολή τής μπάλας μέσα στο δίχτυ τής αντίπαλης ομάδας5) παροιμ. α) «στο καλάθι δεν χωρεί, στο κοφίνι περισσεύει» — γι' αυτόν που δεν ικανοποιείται εύκολα, που είναι δύστροποςβ) «όπου ακούς πολλά κεράσια κράτα και μικρό καλάθι» — όταν ακούς μεγάλα λόγια ή σπουδαία κατορθώματα μην πιστεύεις ότι ανταποκρίνονται όλα στην πραγματικότητα.[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. καλάθι < καλάθ-ιον (υποκορ. τού κάλαθος) χωρίς όμως να έχει σήμερα υποκορ. σημ. Η λ. ως όρος τής καλαθοσφαιρίσεως (μπάσκετ) αποτελεί σημασιολογική απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. basket].
Dictionary of Greek. 2013.